Edward Weston, The Attic, 1921
Edward Weston, The Attic, 1921
Edward Weston, Betty Katz in Her Attic, 1920
Edward Weston, Attic, 1920
Edward Weston, Sunny Corner in an Attic, 1920
Being 'contented' ought to mean in English, as it does in French,
being pleased. Being content with an attic ought not to mean being
unable to move from it and resigned to living in it; it ought to mean
Ήταν μια νεαρή γυναίκα, καθισμένη, λίγο γερμένη πάνω σ΄έναν καναπέ, ανάμεσα στα σκόρπια της ρούχα,
που είχε αφεθεί μ΄όλη τη νωχέλεια του γυμνού κορμιού της στην αδιόρατη φωτιά ενός τζακιού που βρισκόταν
αριστερά. Ήταν ολόκληρη φτιαγμένη απ΄ αυτή τη φωτιά, φτιαγμένη με μια μονοκοντυλιά και σπιθαμή προς
σπιθαμή, με μια μοναδικότητα σε άπειρους όγκους στιλπνούς κι ευέλικτους. Η φωτιά έπαιζε πάνω στη σάρκα κι
έβγαζε απ΄ αυτή μια συμφωνία που ξεχείλιζε, μα και χανόταν διακριτικά, μια συμφωνία από φωνές και τραγούδια,
απο αποχρώσεις άγρια ανεξάρτητες, που κάθε μιά τους καταλάμβανε τη θέση της με τρόπο ανεκδιήγητο και συνάμα
αφηνόταν ασυγκράτητη στη θαυματουργή ένωση αυτής της στιγμής όπου διαφαίνεται η αιωνιότητα. Η νεαρή γυναίκα
μόλις είχε ξεντυθεί κι οι σάρκες της έπαιζαν με τα ρούχα της. Καταγής, ένας παπαγάλος παρδαλόχρωμος, γυάλιζε
σαν κάρβουνο πού μόλις είχε πέσει απ΄ τη φωτιά. Ήταν Η Γυναίκα με τον Παπαγάλο.
Pierre Drieu La Rochelle, Οι αναμνήσεις του Ντερκ Ράσπε, 1944